Τετάρτη 15 Μαΐου 2024

Στάση εργασίας ενάντια στις εξετάσεις τύπου PISA

Γ΄ ΕΛΜΕ ΑΘΗΝΑΣ                                 

ΤΑΫΓΕΤΟΥ 60, ΠΑΤΗΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ                                                                        

ΤΗΛ – ΦΑΞ: 210 2012013

g.elme.athinas@gmail.com

https://g-elme-a-athinas.blogspot.com/

ΑΡ. ΠΡΩΤ.: 87

09/05/2024

Για τις εξετάσεις της λεγόμενης «ελληνικής PISA» που οργανώνει το ΥΠΑΙΘΑ ΓΙΑ τριτη ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ

Το ΥΠΑΙΘΑ ανακοίνωσε ότι την Τετάρτη 22/05/24 θα διεξαχθούν, για τρίτη φορά, σε εθνικό επίπεδο οι εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για μαθητές της Στ΄ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου, η επονομαζόμενη και ελληνική PISA. Οι εξετάσεις θα αφορούν στα γνωστικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών και έχουν επιλεγεί 6.000 μαθητές σε όλη τη χώρα από 330 Δημοτικά και 330 Γυμνάσια.

Tο επιχείρημα ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων τύπου PISA θα βοηθήσουν στη βελτίωση των αναλυτικών προγραμμάτων το έχει ακυρώσει η ίδια η κυβέρνηση, αφού μετά τα αποτελέσματα των προηγούμενων εξετάσεων δεν υπήρξε πρακτικά καμία αλλαγή προς όφελος της δημόσιας εκπαίδευσης. Μάλιστα έπραξαν και συνεχίζουν να πράττουν το ακριβώς αντίθετο!

Το ίδιο το ΥΠΑΙΘΑ χαρακτηρίζει αυτές τις εξετάσεις ως έναν από τους τρεις βασικούς πυλώνες της αξιολόγησης, της κατηγοριοποίησης δηλαδή των σχολείων, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην υποβάθμιση των μορφωτικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας των μαθητών.

Ισχυρίζονται ότι ενδιαφέρονται για αναβάθμιση του σχολείου, όταν και τη φετινή χρονιά δουλεύουν πάνω από 54.000 συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί, χιλιάδες ώρες χάνονται, οι μαθητές στοιβάζονται σε 27-30άρια τμήματα, σε σχολικά κτήρια που κάθε χρόνο γίνονται και πιο ακατάλληλα έως επικίνδυνα, λόγω παλαιότητας και έλλειψης συντήρησης. Αυτοί που δεν πήραν κανένα μέτρο, ώστε να στηρίξουν τους εκπαιδευτικούς αλλά και τους μαθητές, προκειμένου να καλυφθούν τα τεράστια γνωστικά κενά που άφησε στους μαθητές η απαράδεκτη διαχείριση της πανδημίας και τα κλειστά σχολεία αλλά και την ψυχολογική και κοινωνική στήριξή τους, όπου σήμερα βλέπουμε τα αποτελέσματά. Μόνο οργή μπορεί να προκαλέσει η παντελής αδιαφορία κατά πόσο είναι σε θέση οι μαθητές να παρακολουθήσουν αυτό το «ράλι» κάλυψης της ύλης υπό την ασφυκτική πίεση του ΥΠΑΙΘΑ, προκειμένου να εφαρμοστεί με το ζόρι η Τράπεζα Θεμάτων. Αλήθεια, αυτό που έλειπε από αυτά τα παιδιά σε αυτές τις συνθήκες είναι οι επιπλέον εξετάσεις στην Στ΄ Δημοτικού και τη Γ΄ Γυμνασίου;

Τέτοιου τύπου εξετάσεις, ειδικά στην κρίσιμη ηλικία της αποφοίτησης από το Δημοτικό, δεν είναι ελληνική πατέντα, αλλά εφαρμόζονται διεθνώς και σαν στόχο έχουν την κατηγοριοποίηση σχολείων και μαθητών σε αυτή την πολύ κρίσιμη ηλικία. Οι εξετάσεις της PISA διεξάγονται κάθε τρία χρόνια στη Γλώσσα (κατανόηση κειμένου), Μαθηματικά και Φυσικές Επιστήμες, ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ και όπως άλλωστε αναφέρεται και στην ιστοσελίδα του ΙΕΠ «Η PISA είναι πνευματικό παιδί του ΟΟΣΑ και είναι ένα εργαλείο, προκειμένου οι βέλτιστες πρακτικές που υπάρχουν στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ να γενικευτούν και να υιοθετηθούν στα υπόλοιπα εκπαιδευτικά προγράμματα».

Η απάντηση του ΟΟΣΑ, απέναντι στις ανισότητες και στην αποτύπωσή τους στα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων, είναι ο διαχωρισμός των μαθητών και η διοχέτευση αυτών που προέρχονται από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα σε σχολεία υποβαθμισμένα, με περιεχόμενο πιο προσιτό στο επίπεδό τους, στο όνομα της «θετικής διάκρισης». Έχει αποδειχθεί σε όλες τις χώρες που εφαρμόστηκε, ότι όχι μόνο δε βοηθά στη γνωστική ανάπτυξη αυτών των μαθητών, όπως οι ίδιοι ευαγγελίζονται, αλλά τις αποτυπώνει, παγιώνοντάς τες. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, σε πολλές Πολιτείες των ΗΠΑ, οι μαθητές τοποθετούνται σε τμήματα στο Δημοτικό Σχολείο με βάση την επίδοσή τους στη γραφή και την ανάγνωση. Εννιά στους δέκα μαθητές που τοποθετούνται στο χαμηλό επίπεδο, παραμένουν και αποφοιτούν από αυτό. Γι’ αυτήν την προοπτική ανοίγουν δρόμο!

Συνοπτικά, με την υλοποίηση των διαγνωστικών εξετάσεων τύπου PISA επιχειρούν:

  1. Να μεταβιβάσουν, τις καταστροφικές συνέπειες των δικών τους πολιτικών στη δημόσια εκπαίδευση, σε εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς, 
  2. Να βρουν ένα μετρήσιμο μέγεθος για την εκπαιδευτική διαδικασία, μέσω σταθμισμένων τεστ, με βάση τις επιδόσεις των μαθητών και άμεση συσχέτισή τους με την αξιολόγηση σχολείων κι εκπαιδευτικών που θα οδηγήσει σε κατηγοριοποίηση των σχολείων, συγχωνεύσεις και κλείσιμό τους αλλά και απολύσεις εκπαιδευτικών (όπως έχει ήδη παραδεχτεί και το ΥΠΑΙΘΑ),
  3. Να προωθήσουν αντί της γνώσης, τις δεξιότητες. Για να πάει καλά μια χώρα στο διαγωνισμό πρέπει οι μαθητές της να έχουν αντιμετωπίσει τη Γλώσσα σχεδόν αποκλειστικά ως εργαλείο επικοινωνίας, να έχουν διδαχτεί από τα Μαθηματικά κυρίως μεθόδους επίλυσης πρακτικών προβλημάτων, ενώ στις Φυσικές επιστήμες να μην έχουν εμβαθύνει στο γιατί αλλά στο πώς.

Με τέτοιου είδους κλίμακες και «διαγωνισμούς» ανοίγουν σήμερα το δρόμο ώστε, σε συνδυασμό με την εφαρμογή της λεγόμενης «αξιολόγησης», να βαθμολογήσουν και να κατηγοριοποιήσουν τα σχολεία, να δημιουργήσουν σχολεία, μαθητές και εκπαιδευτικούς πολλών ταχυτήτων. Εμείς λοιπόν, οι εκπαιδευτικοί της τάξης αξιολογούμε τους μαθητές μας και τη δουλειά μας όχι ισοπεδωτικά, αλλά τον καθένα ξεχωριστά, με κάθε τρόπο: με τη συζήτηση, με δραστηριότητες ομαδικές ή ατομικές, ακόμα και με ένα γραπτό διαγώνισμα. Αν το ΥΠΑΙΘΑ ήθελε πράγματι να εξάγει αντικειμενικά αποτελέσματα για την εκπαιδευτική πραγματικότητα θα αξιοποιούσε αυτά τα δεδομένα, ήδη από πρόπερσι. Όμως οι στόχοι του είναι άλλοι. Εμείς, οι εκπαιδευτικοί δε θέλουμε οι εξετάσεις να χρησιμοποιούνται για να διαχωρίζονται οι μαθητές, δε θέλουμε ένα σχολείο υποβαθμισμένο, ένα σχολείο που θα σηκώνει τεράστια εμπόδια απέναντι σε όλα τα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν. Θέλουμε ένα σχολείο που να μορφώνει ολόπλευρα όλους τους μαθητές, θα τους βοηθά να συγκροτήσουν την προσωπικότητά τους, θα τους δίνει τη δυνατότητα να αναπτύξουν τα ταλέντα τους και να σπουδάσουν, όσοι το επιθυμούν, ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς τους. Αυτό το σχολείο είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με την πολιτική του ΥΠΑΙΘΑ, τις βέλτιστες πρακτικές του ΟΟΣΑ, αλλά και τα εργαλεία που χρησιμοποιούν, όπως η λεγόμενη αξιολόγηση και οι εξετάσεις τύπου PISA. Είναι χρέος μας απέναντι στους μαθητές μας να αντισταθούμε σε αυτό.

  • Εδώ και τώρα απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘΑ να σταματήσει κάθε διαδικασία που σχετίζεται με τη λεγόμενη «ελληνική PISA».
  • Καταδικάζουμε αυτούς τους σχεδιασμούς.
  • Το Δ.Σ. της Γ΄ ΕΛΜΕ Αθήνας καλεί τους/τις συναδέλφους/ισσες, των Συλλόγων Διδασκόντων, τις Διευθύντριες/τους Διευθυντές, τους γονείς και τους/τις μαθητές/τριες του 49ου Γυμνασίου Αθήνας, του 68ου Γυμνασίου Αθήνας και του Γυμνασίου Νέας Χαλκηδόνας, που έχουν επιλεγεί για τις εξετάσεις τύπου PISA, να μην αποδεχτούν τη συμμετοχή τους.
Η Γ΄ ΕΛΜΕ ανταποκρινόμενη στην απόφαση της ΟΛΜΕ για Πανελλαδική τρίωρη στάση εργασίας την ημέρα διεξαγωγής των εξετάσεων τύπου PISΑ, καλύπτει συνδικαλιστικά όλους τους συναδέλφους/ισσες του 49ου Γυμνασίου Αθήνας, του 68ου Γυμνασίου Αθήνας και του Γυμνασίου Νέας Χαλκηδόνας συμμετέχοντας στη στάση εργασίας την Τετάρτη 22/05/24 τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων. Ταυτόχρονα προκηρύσσει τρίωρη διευκολυντική στάση εργασίας για όλους τους συναδέλφους/ισσες στις 22/05/24 τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων.
 
 
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Ο.Λ.Μ.Ε.                                                                   

Ερμού & Κορνάρου 2

ΤΗΛ: 210 32 30 073 – 32 21 255

www.olme.gr

e-mail: olme@otenet.gr                                                           Αθήνα, 13/05/2024

                                                                                                Α.Π.: 2533

 

3ωρη πανελλαδική στάση εργασίας ενάντια στις εξετάσεις τύπου PISA.

Το ΥΠΑΙΘΑ, παρά τις αντιδράσεις σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας, προχωρά και φέτος σε εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για μαθητές/τριες της Στ’ Δημοτικού και Γ΄ Γυμνασίου, η επονομαζόμενη και ελληνική PISA. Οι εξετάσεις  αφορούν στα γνωστικά αντικείμενα της Νεοελληνικής Γλώσσας και των Μαθηματικών και θα υλοποιηθούν σε αντιπροσωπευτικό δείγμα τουλάχιστον 6.000 μαθητών σε ανώνυμη βάση, από τουλάχιστον 600 συμμετέχουσες σχολικές μονάδες.

Το ΥΠΑΙΘ, συνεπές στη στείρα επικοινωνιακή πολιτική του, διακηρύσσει ότι το εξεταστικό πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί με βάση το διεθνές πρόγραμμα P.I.S.A. του ΟΟΣΑ. Δείχνει να αγνοεί ότι το πρόγραμμα αυτό έχει δεχτεί σοβαρή κριτική παγκοσμίως, με βασικά επιχειρήματα, μεταξύ άλλων, ότι η χρησιμοποίησή του ως ερευνητικού εργαλείου οδηγεί σε έναν ακραίο και αφόρητο ανταγωνισμό ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα, αντιστρατεύεται βασικές παιδαγωγικές αρχές ενός ανθρωπιστικού σχολείου, οδηγεί σε κατηγοριοποίηση και κατάταξη των σχολείων, των μαθητών/μαθητριών αλλά και των εκπαιδευτικών, ενώ προσανατολίζει τη διδασκαλία σε προσχεδιασμένα μαθήματα και ενισχύει την στείρα αποστήθιση σε βάρος της κριτικής και δημιουργικής μάθησης.

Τα αποτελέσματα του διεθνούς διαγωνισμού είναι αποκαλυπτικά και μεταξύ άλλων αποδεικνύουν την άμεση σύνδεση των μαθησιακών αποτελεσμάτων με την κοινωνικο-οικονομική προέλευση των μαθητών/τριών. Η απάντηση του ΟΟΣΑ, της ΕΕ αλλά και της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις ανισότητες και στην αποτύπωσή τους στα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων, είναι ο διαχωρισμός των μαθητών/τριών και η διοχέτευση αυτών που προέρχονται από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα σε σχολεία υποβαθμισμένα, σχεδιασμός που προωθείται και με την προγραμματική δήλωση της ΝΔ για «ελεύθερη επιλογή σχολείου από τους γονείς». Έχει αποδειχθεί σε όλες τις χώρες που εφαρμόστηκε, ότι αυτή η τακτική λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία για αυτούς/ες  τους μαθητές και τις μαθήτριες: όχι μόνο δε βοηθά στη γνωστική ανάπτυξη τους και δεν αμβλύνει τις ταξικές ανισότητες, όπως οι ίδιοι ευαγγελίζονται, αλλά τις παγιώνει και τις αναπαράγει.

Το ΥΠΑΙΘΑ συνεχίζει να επιδεικνύει την επικίνδυνη άγνοια της για επιστημονικά και παιδαγωγικά ζητήματα που αφορούν στην εκπαίδευση. Ακόμα και το επιχείρημα ότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων τύπου PISA θα βοηθήσουν στη βελτίωση των αναλυτικών προγραμμάτων το έχει ακυρώσει η ίδια η κυβέρνηση, αφού τα αναλυτικά προγράμματα γράφτηκαν πριν τις εξετάσεις, σήκωσαν θύελλα αντιδράσεων από τις επιστημονικές ενώσεις και τα σωματεία των εκπαιδευτικών και μετά τα αποτελέσματα των πρώτων εξετάσεων δεν υπήρξε πρακτικά καμία αλλαγή.

Έχουμε δηλαδή την παγκόσμια επιστημονική πρωτοτυπία η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων μιας «έρευνας» για ένα επιστημονικό έργο να γίνεται  πριν αυτή υλοποιηθεί!!!

Η κυβέρνηση δεν προχώρησε ούτε σε ένα μέτρο που μπορεί πραγματικά να αναβαθμίσει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Αιτήματα που χρόνια τώρα ο κλάδος αναδεικνύει, όπως η κατάσταση της σχολικής στέγης και των υποδομών, ο αριθμός των μαθητών/τριών ανά τάξη, η κάλυψη των αναγκών με μόνιμο προσωπικό ώστε να σταματήσει η αθλιότητα της αναπλήρωσης, η κάλυψη όλων των μαθητών/τριών που έχουν ανάγκη από παράλληλη στήριξη, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί σε όλα τα σχολεία, ειδικά μετά την όξυνση των προβλημάτων που κληρονομήσαμε από την πανδημία και την τραγική διαχείριση των κλειστών σχολείων, αλλά και ζητήματα που έχουν να κάνουν με το ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία. Αντιθέτως νομοθέτησε «ρυθμίσεις» όπως οι εξετάσεις τύπου PISA, η Τράπεζα Θεμάτων και η ΕΒΕ,  που αυξάνουν τις ανισότητες,  αλλάζουν τη λειτουργία του δημόσιου σχολείου και το μετατρέπουν σε ένα εξεταστικό κέντρο με τον παιδαγωγικό του ρόλο εξοβελισμένο, με στόχο τον αποκλεισμό των μαθητών/μαθητριών από τη δημόσια εκπαίδευση.

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δε στοχεύει ούτε στην άμβλυνση των ανισοτήτων, ούτε στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης.  Άλλη είναι η πραγματική στόχευση. Όπως μας πληροφορεί το ΙΕΠ, «Η PISA είναι πνευματικό παιδί του ΟΟΣΑ …» και συνεχίζει «η έλλειψη ίσων ευκαιριών ειδικά για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν οφείλεται στις κοινωνικές ανισότητες αλλά στο ότι οι χαμηλού επιπέδου μαθητές δεν έχουν πρόσβαση σε σχολεία με εκπαιδευτικούς υψηλών προσόντων». Για μία ακόμα φορά η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, αγνοώντας όλα τα διεθνή επιστημονικά πορίσματα καταλήγει στο «συμπέρασμα» ότι για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης την ευθύνη φέρουν οι εκπαιδευτικοί και όχι η άκρως αντιεκπαιδευτική και ταξική πολιτική της κυβέρνησης. Το ΥΠΑΙΘΑ χαρακτηρίζει αυτές τις εξετάσεις ως έναν από τους τρεις βασικούς πυλώνες της αξιολόγησης, της κατηγοριοποίησης δηλαδή των σχολείων, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην υποβάθμιση, αλλά και την ιδιωτικοποίηση/ εμπορευματοποίηση των μορφωτικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας των μαθητών/τριών, όπως έχει ήδη αποδειχτεί στις χώρες που εφαρμόστηκε.

Οι εκπαιδευτικοί της τάξης, όλοι/ες εμείς που κρατήσαμε όρθια τα σχολεία τα τελευταία χρόνια κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, γνωρίζουμε ότι η διδασκαλία δεν είναι ένα μονόπρακτο έργο που κρίνεται μέσα σε ένα δίωρο εξετάσεων, με ενιαίους ισοπεδωτικούς όρους, ανεξάρτητα από την κοινωνική προέλευση, τις συνθήκες διαβίωσης, την οικογενειακή κατάσταση των μαθητών/τριών. Αξιολογούμε τους/τις μαθητές/τριές μας όχι ισοπεδωτικά, αλλά ξεχωριστά, με κάθε τρόπο: με τη συζήτηση, με δραστηριότητες ομαδικές ή ατομικές, ακόμα και με ένα γραπτό διαγώνισμα. Αν το ΥΠΑΙΘ ήθελε πράγματι να εξάγει αντικειμενικά αποτελέσματα για την εκπαιδευτική πραγματικότητα, θα αξιοποιούσε αυτά τα δεδομένα. Όμως οι στόχοι του είναι άλλοι. Οι εκπαιδευτικοί αποτιμούμε τα αποτελέσματα, βασανίζουμε τον εαυτό μας, συζητάμε με τους συναδέλφους μας για το πώς θα γίνουμε καλύτεροι στη δουλειά μας, αλλά και το πώς θα βοηθήσουμε κάθε μαθητή/τρια χωριστά με βάση και την κοινωνική του/της ένταξη. Δε δεχόμαστε οι εξετάσεις να χρησιμοποιούνται για να διαχωρίζονται οι μαθητές/τριες σε παιδιά και αποπαίδια, δε θέλουμε ένα σχολείο υποβαθμισμένο για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, ένα σχολείο που θα σηκώνει τεράστια εμπόδια απέναντι σε αυτά τα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν. Θέλουμε ένα δημόσιο ποιοτικό και συμπεριληπτικό σχολείο που να μορφώνει ολόπλευρα όλα τα παιδιά.

Απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘ να σταματήσει κάθε διαδικασία που σχετίζεται με τη λεγόμενη «ελληνική PISA». Καλούμε τις ΕΛΜΕ να καταδικάσουν αυτούς τους σχεδιασμούς, να ενημερώσουν εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές/τριες για τις πραγματικές τους στοχεύσεις.

Κηρύσσουμε πανελλαδική 3ωρη στάση εργασίας, που να καλύπτει τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων στις 22 Μαΐου και καλούμε τα μέλη μας να μην συμμετάσχουν στις διαδικασίες διεξαγωγής του ελληνικού προγράμματος PISA.